update
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ΡήμαΕπεξεργασία
update (en)
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
update (en)
- ενημέρωση
- (λογισμικό) ενημέρωση προγράμματος, εφαρμογής, κ.λπ.
- Διαφέρει από το upgrade (αναβάθμιση)
- (πληροφορική) ενημέρωση αρχείων δεδομένων
ΣυνώνυμαΕπεξεργασία
Πολυλεκτικοί όροιΕπεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- update στην αγγλική Βικιπαίδεια