update
Αγγλικά (en)
επεξεργασία
Ρήμα
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
update (en)
- ενημέρωση
- (λογισμικό) ενημέρωση προγράμματος, εφαρμογής, κ.λπ.
- Διαφέρει από το upgrade (αναβάθμιση)
- (πληροφορική) ενημέρωση αρχείων δεδομένων