Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
unfucked
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
unfucked
<
un-
+
fucked
Επίθετο
επεξεργασία
unfucked
(en)
(
χυδαίο
)
αγάμητος