παραθετικά
θετικός unattractive
συγκριτικός more unattractive
υπερθετικός most unattractive

Ετυμολογία

επεξεργασία
unattractive < un- + attractive

unattractive (en)

  • μη ελκυστικός
      I find them very unattractive.
    Τους βρίσκω πολύ μη ελκυστικούς.