tropical
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | tropical |
συγκριτικός | more tropical |
υπερθετικός | most tropical |
Επίθετο
επεξεργασίαtropical (en)
- τροπικός
- ⮡ a tropical climate - κλίμα τροπικό
Πηγές
επεξεργασία
Πορτογαλικά (pt)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
tropical | tropicais |
tropical (pt)