tratamento
Πορτογαλικά (pt) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
tratamento (pt) < από το tratar + -mento
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
tratamento | tratamentos |
Ουσιαστικό επεξεργασία
tratamento (pt)
tratamento (pt) < από το tratar + -mento
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
tratamento | tratamentos |
tratamento (pt)