tranokti
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /tɾaˈnok.ti/
Ρήμα επεξεργασία
ρήμα tranokti | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | tranoktas | tranoktanta | tranoktata |
αόριστος | tranoktis | tranoktinta | tranoktita |
μέλλοντας | tranoktos | tranoktonta | tranoktota |
υποθετική | tranoktus | - | - |
προστακτική | tranoktu | - | - |
tranokti (eo)