tracteur
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
tracteur | tracteurs |
tracteur (fr) αρσενικό
- ο ελκυστήρας, το τρακτέρ
ενικός | πληθυντικός |
tracteur | tracteurs |
tracteur (fr) αρσενικό