tortofundo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | tortofundo | tortofundoj |
αιτιατική | tortofundon | tortofundojn |
tortofundo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | tortofundo | tortofundoj |
αιτιατική | tortofundon | tortofundojn |
tortofundo (eo)