tone
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
tone | tones |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαtone (en)
- (μουσική) ο φθόγγος
- ο τόνος (συχνότητα η οποία δεν ταυτίζεται απαραιτήτως με τυποποιημένο φθόγγο)
- το ύφος
- η απόχρωση (όμως η tint/τίντα αφορά πιο λεπτή χρωματική διαφοροποίηση)
- (μετρήσιμο) το σήμα στον αυτόματο τηλεφωνητή