toksino
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- toksino < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | toksino | toksinoj |
αιτιατική | toksinon | toksinojn |
toksino (eo)
- η τοξίνη
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | toksino | toksinoj |
αιτιατική | toksinon | toksinojn |
toksino (eo)