técnico
Ισπανικά (es) επεξεργασία
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | técnico | técnicos |
θηλυκό | técnica | técnicas |
Επίθετο επεξεργασία
técnico (es)
- τεχνικός
- ↪ desarrollo técnico - τεχνική ανάπτυξη
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | técnico | técnicos |
θηλυκό | técnica | técnicas |
técnico (es)