Ετυμολογία

επεξεργασία
superpuissance < super- + puissance

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /sy.pɛʁ.pɥi.sɑ̃s/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
superpuissance superpuissances

superpuissance (fr) θηλυκό