Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
sprinkle
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ρήμα
επεξεργασία
sprinkle
(en)
(
μεταβατικό
)
πασπαλίζω
κάτι με κάτι
(
μεταβατικό
)
ψεκάζω
κάτι με κάτι,
ραντίζω
, πιτσιλώ-πιτσιλάω μικροσταγονίδια
(
αμετάβατο
)
ψιχαλίζει
,
ψιλοβρέχει
Ουσιαστικό
επεξεργασία
sprinkle
(en)
πρέζα
(πχ. μια πρέζα αλάτι)
sprinkles
: κόκκοι
τρούφας
(συνήθως πληθυντικός)
και
sprinkling
η
ψιχάλα
, το
ψιλόβροχο
, το
ψιχάλισμα