ενικός         πληθυντικός  
speedometer speedometers

Ουσιαστικό

επεξεργασία

speedometer (en)

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • speedometer στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια