• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

spécial

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Αντώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικές λέξεις

Γαλλικά (fr) Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

spécial (βοήθεια·αρχείο)

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό spécial spéciaux
θηλυκό spéciale spéciales

spécial (fr)

  1. ειδικός
  2. εξειδικευμένος
  3. ξεχωριστός, ιδιαίτερος

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

  • général
  • ordinaire
  • régulier

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • spécialement
  • spécialisation
  • spécialisé - spécialisée
  • spécialiser, se spécialiser
  • spécialiste
  • spécialité
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=spécial&oldid=4086735"
Τελευταία επεξεργασία στις 10 Σεπτεμβρίου 2019, στις 03:40

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 10 Σεπτεμβρίου 2019, στις 03:40.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie