skapolo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- skapolo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | skapolo | skapoloj |
αιτιατική | skapolon | skapolojn |
skapolo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | skapolo | skapoloj |
αιτιατική | skapolon | skapolojn |
skapolo (eo)