sex-symbol
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- sex-symbol < (άμεσο δάνειο) αγγλική sex symbol < → δείτε τις λέξεις sex και symbol
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
sex-symbol | sex-symbols |
sex-symbol (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- σταρ του κινηματογράφου, της μουσικής, κ.α. που συμβολίζει το τέλειο ανδρικό ή γυναικείο κορμί
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη sexe