Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

septembra < Septembr- + -a

  Επίθετο επεξεργασία

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική septembra septembraj
αιτιατική septembran septembrajn

septembra (eo)

  1. σχετικός με τον Σεπτέμβριο, σεπτεμβριανός
    la septembra numero de la revuo - το νούμερο του Σεπτεμβρίου του περιοδικού