Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

/ˈskræb(ə)l/
/ˈskrabəl/

  Ρήμα επεξεργασία

scrabble (en)

  1. ψαχουλεύω ατάκτως
  2. γρατσουνώ, νυχιάζω (συνήθως για ζώο σε αντικείμενο)
  3. αναρριχώμαι, σκαρφαλώνω
  4. (μεταφορικά) παλεύω-κοπιάζω να αποκτήσω ή να πετύχω (σε) κάτι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

scrabble (en)