sanatorius
Λατινικά (la) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- sanatorius < λατινική sanatus, μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος sano < sanus < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *swā-n- (υγιής)
Επίθετο Επεξεργασία
sanatorius
Κλίση Επεξεργασία
Πηγές Επεξεργασία
- sanatorius - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.