ripo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ripo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ripo | ripoj |
αιτιατική | ripon | ripojn |
ripo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ripo | ripoj |
αιτιατική | ripon | ripojn |
ripo (eo)