Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
retrait
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
retrait
retraits
retrait
(fr)
αρσενικό
(
για χρήματα
) η
ανάληψη
(
για πληθυσμό
) η
αποχώρηση
, η
απόσυρση
(
για πράξη, δράση
) η
ανάκληση
(
για κάποιο υλικό
) η
σμίκρυνση
, η
απόσυρση
, η
συστολή