rektangulo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- rektangulo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rektangulo | rektanguloj |
αιτιατική | rektangulon | rektangulojn |
rektangulo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rektangulo | rektanguloj |
αιτιατική | rektangulon | rektangulojn |
rektangulo (eo)