radio source
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
radio source (en) ενικός
radio sources (en) πληθυντικός
- η ραδιοπηγή, ο ραδιοπομπός, πηγή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων
- (συνήθως φυσική και όχι radio transmitter)
Δείτε επίσης επεξεργασία
- astronomical radio source στην αγγλική Βικιπαίδεια