Ετυμολογία

επεξεργασία
quantisation < quantise + -ation

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

quantisation (en)

  • (Βρετανικό) → δείτε τη λέξη quantization



  Ουσιαστικό

επεξεργασία

quantisation (fr)