psychiatre
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
psychiatre | psychiatres |
psychiatre (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- ο/η ψυχίατρος
ενικός | πληθυντικός |
psychiatre | psychiatres |
psychiatre (fr) αρσενικό ή θηλυκό