provincial
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
provincial (fr)
Ουσιαστικό επεξεργασία
provincial (fr) αρσενικό
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
provincial (en)
Ουσιαστικό επεξεργασία
provincial (en)
- ο επαρχιώτης
- ο τοπικιστής