prononco
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | prononco | prononcoj |
αιτιατική | prononcon | prononcojn |
prononco (eo)
- η προφορά
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | prononco | prononcoj |
αιτιατική | prononcon | prononcojn |
prononco (eo)