Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

profund- < αγγλική profound, γαλλική profond

  Ρίζα επεξεργασία

profund- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: βαθύς

Παράγωγα επεξεργασία