prioritato
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- prioritato < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | prioritato | prioritatoj |
αιτιατική | prioritaton | prioritatojn |
prioritato (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | prioritato | prioritatoj |
αιτιατική | prioritaton | prioritatojn |
prioritato (eo)