presumed
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
presumed (en)
Επίθετο επεξεργασία
presumed (en)
- υποτιθέμενος, θεωρούμενος, αυτός που φαίνεται να είναι ο πιθανότερος, που τεκμαίρεται ότι είναι ο σωστός
presumed (en)
presumed (en)