Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
powerful
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά
(en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
παραθετικά
θετικός
powerful
συγκριτικός
more
powerful
υπερθετικός
most
powerful
Ετυμολογία
επεξεργασία
powerful
<
power
+
-ful
Επίθετο
επεξεργασία
powerful
(en)
ισχυρός
⮡
He elevated many of his friends to
powerful
positions within the government.
Ανέδειξε πολλούς από τους φίλους του σε
ισχυρές
θέσεις μέσα στην κυβέρνηση.
Πηγές
επεξεργασία
powerful
-
Oxford Learner's Dictionaries