Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
possessoirement
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
possessoirement
<
possessoire
Επίρρημα
επεξεργασία
possessoirement
(fr)
(
νομικός όρος
) έχοντας την
κατοχή
ενός αντικειμένου,
κατέχοντας