ενεστώτας play out
γ΄ ενικό ενεστώτα plays out
αόριστος played out
παθητική μετοχή played out
ενεργητική μετοχή playing out

  Ετυμολογία

επεξεργασία
play out < → δείτε τις λέξεις play και out

play out (en)