philosophique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /fi.lɔ.zɔ.fik/
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
philosophique | philosophiques |
philosophique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
philosophique | philosophiques |
philosophique (fr) αρσενικό ή θηλυκό