Ετυμολογία

επεξεργασία
percepti < percept- + -i
ρήμα percepti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας perceptas perceptanta perceptata
αόριστος perceptis perceptinta perceptita
μέλλοντας perceptos perceptonta perceptota
υποθετική perceptus - -
προστακτική perceptu - -

percepti (eo)