Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

pelos (eo)

  • μέλλοντας του ρήματος peli



  Ετυμολογία

επεξεργασία
pelos < πρόθεση por + άρθρο os

  Συγχώνευση

επεξεργασία

pelos (pt)