parse
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /pɑːz/ και /pɑɹs/
- αμερικάνικη προφορά
ΡήμαΕπεξεργασία
parse (en)
- αναλύω
- (γραμματική) αναλύω λέξη ή πρόταση, συντακτικά ή γραμματικά
- (γραμματική) τεχνολογώ
- (πληροφορική) αναλύω δεδομένα
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
- (γραμματική) ανάλυση λέξης ή πρότασης, συντακτικά ή γραμματικά
Επεξεργασία
Πολυλεκτικοί όροιΕπεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- parse στην αγγλική Βικιπαίδεια