Πολωνικά (pl) επεξεργασία

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική parówka parówki
γενική parówki parówek
δοτική parówce parówkom
αιτιατική parówkę parówki
οργανική parówką parówkami
τοπική parówce parówkach
κλητική parówko parówki

  Ουσιαστικό επεξεργασία

parówka (pl) θηλυκό