panamano
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- panamano < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | panamano | panamanoj |
αιτιατική | panamanon | panamanojn |
panamano (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | panamano | panamanoj |
αιτιατική | panamanon | panamanojn |
panamano (eo)