Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

outsourced (en)

  • τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που παράγονται ή παρέχονται από εξωτερικό συνεργάτη (outsourcing)

Αντώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία