Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
oreillette
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
oreillette
oreillettes
Ουσιαστικό
επεξεργασία
oreillette
(fr)
θηλυκό
(
ανατομία
) ο
κόλπος
της
καρδιάς
(
τεχνολογία
)
ακουστικό
(τηλεφώνου, κλπ) που προσαρμόζεται μέσα στο
αφτί