nearly
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | nearly |
συγκριτικός | more nearly |
υπερθετικός | most nearly |
Ετυμολογία
επεξεργασία
Επίρρημα
επεξεργασία
nearly (en)
- σχεδόν, κοντά, κοντεύω
We are nearly ready.
- Είμαστε σχεδόν έτοιμοι.
It is nearly midnight.
- Είναι κοντά μεσάνυχτα.
We have been waiting at the stop for nearly half an hour.
- Είναι κοντά μισή ώρα που περιμένουμε στη στάση.
She nearly drove him mad.
- Κόντεψε να τον τρελάνει.
I nearly strangled him.
- Κόντεψα να τον πνίξω!
I was nearly killed.
- Κόντεψα να σκοτωθώ.
- ≈ συνώνυμα: near, → και δείτε τη λέξη almost
Πηγές
επεξεργασία
- nearly - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 463, 464. ISBN 9780194325684., λήμμα: κοντά, κοντεύω