nadiro
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- nadiro < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nadiro | nadiroj |
αιτιατική | nadiron | nadirojn |
nadiro (eo)
- το ναδίρ
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nadiro | nadiroj |
αιτιατική | nadiron | nadirojn |
nadiro (eo)