Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
muncă
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Ρουμανικά
(ro)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
muncă
(ro)
θηλυκό
η
δουλειά
, η
εργασία
Κλίση
επεξεργασία
κλίση του
muncă
ενικός
πληθυντικός
αόριστη άρθρωση
οριστική άρθρωση
αόριστη άρθρωση
οριστική άρθρωση
ονομαστική
o
muncă
munca
nişte
munci
muncile
γενική
a unei
munci
muncii
a unor
munci
muncilor
δοτική
a unei
munci
muncii
a unor
munci
muncilor
αιτιατική
o
muncă
munca
nişte
munci
muncile
κλητική
—
-
—
-