Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

mots croisés → δείτε τις λέξεις mot και croisé

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

mots croisés (fr) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό