Ετυμολογία

επεξεργασία
malŝpari < mal- + spari
ρήμα malŝpari
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας malŝparas malŝparanta malŝparata
αόριστος malŝparis malŝparinta malŝparita
μέλλοντας malŝparos malŝparonta malŝparota
υποθετική malŝparus - -
προστακτική malŝparu - -

malŝpari (eo)

Άλλες γραφές

επεξεργασία

malsxpari, malshpari, mals'pari