magistrato
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- magistrato < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | magistrato | magistratoj |
αιτιατική | magistraton | magistratojn |
magistrato (eo)
- ο δικαστής
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | magistrato | magistratoj |
αιτιατική | magistraton | magistratojn |
magistrato (eo)