Δείτε επίσης: Macédoine

Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ma.se.dwan/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
macédoine macédoines

macédoine (fr) θηλυκό

  1. φαγητό από διάφορα λαχανικά κομμένα κύβους
  2. φρουτοσαλάτα
  3. (μεταφορικά) συνονθύλευμα, ανομοιογενές σύνολο ή μείγμα