Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /lɔ.ʒik/
 

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
logique logiques

logique (fr) αρσενικό ή θηλυκό